Πέμπτη 11 Νοεμβρίου 2010

Στα Άγραφα - Στα Άγραφα


Η επιθυμία μου για « όλιγοήμερο χάσιμο» σε Ελληνικά Βουνά χωρίς καθαρά και τέλεια σηματοδοτημένα μονοπάτια έτυχε θερμής υποστήριξης από τα μέλη των ΑΛΛΟΥ ΓΙΑΛΛΟΥ και έτσι με συνοπτικές και μη δημοκρατικές διαδικασίες, αποφασίστηκε η εξόρμηση σε Μπορλέρο και Πέντε Πύργους αφού πρώτα θα πέρναγα από τα μήτρια χώματα να αγναντεύσω λίγο τα αγαπημένα μου Βαρδούσια.

Σημείο συνάντησης η Καστανιά στα νότια της Λίμνης Πλαστήρα. Οι συμμετέχοντες κατέφθασαν από όλα τα σημεία του ορίζοντα και μετά από το εθιμοτυπικό τσιπουράκι σε καφενείο του χωριού και συλλογή πληροφοριών για πιθανά καταλύματα, επιλέχθηκε η λύση του πάρκου του χωριού με τη στέγαση μας εντός εκκλησίας. Βέβαια, μέχρι να εντοπίσουμε το εν λόγω πάρκο, τιμήσαμε και το σχετικό έθιμο της ονομασίας της παρέας.
Ο πάγκος της εκκλησίας αποτέλεσε το μπουφέ του δείπνου μας, που επιμελήθηκαν όλοι οι συμμετέχοντες με εξέχουσα τη συνεισφορά της Λένας και των εδεσμάτων της

Οι τολμηροί έστησαν σκηνές, συμπληρώθηκαν οι συμμετοχές με τις τελευταίες αφίξεις εξ Αθηνών και απολαύσαμε ένα ζεστό ύπνο εντός της εκκλησίας. Σπάζοντας κάθε παράδοση, την επομένη, η ομάδα είναι έτοιμη για αναχώρηση στις 09:30 και δικαίως ο Κωστής αναρωτιέται ακόμη πως δεν ήπιε ένα καφέ, όντας ξύπνιος από τις 07:00. Οι ως εκείνη την ώρα συννενοήσεις (ειδικά με τους οδηγούς των αυτοκινήτων) είχαν κάποια bugs και αυτό θα συνεχιστεί και σήμερα. Δεν εξηγείται λοιπόν γιατί όλοι ξεκινώντας το πρωί, εκτός του γιδιού – αρχηγού ακολουθήσαμε τον Κωστή με κατεύθυνση το Λαμπερό.
Αφού συνειδητοποιούμε τo λάθος μας, αναστροφή και πορεία για Μούχα – Φράγμα και διασταύρωση για παρατηρητήριο – Ζυγογιαννέικα. Αφήνουμε τα αυτοκίνητα και ξεκινάμε με τα πόδια να καλύψουμε τα πρώτα 4-5 χιλιόμετρα μέχρι τον Ελατάκο. Ο καιρός δε θα μπορούσε να είναι καλύτερος, η παγωνιά όμως κάνει αισθητή την παρουσία της. Στο δρόμο υπάρχει σημάδι για αποφυγή του μονότονου χωματόδρομου, μέσα στο πυκνό δάσος, το οποίο δεν έγινε αντιληπτό από κανέναν μας παρά μόνο κατά την επιστροφή.

Πρώτη στάση στον Ελατάκο, αφού πρώτα έχουμε βγάλει τα μπουφαν μας και απολαμβάνουμε τους πολύχρωμους σχηματισμούς των ματιναριών στο υγρό έδαφος. Συνεχίζουμε την πορεία μέσα στο δάσος, μέχρι τη μοναδική βρύση – ποτίστρα της διαδρομής. Εκεί αλλάζουμε κατεύθυνση και τραβερσάρουμε ΝΔ για να βγούμε στην αρχή της Πετσαλούδας, που θα την τραβερσάρουμε από αριστερά, έχοντας δίπλα μας χαρακτηριστική ρεματιά. Οι περίφημες Πόρτες των Αγράφων είναι κοντά. Δεύτερη στάση, παίρνουμε την κατηφόρα μέσα από πανέμορφο δασος και μια μικρή ανηφόρα θα μας φέρει στην βάση του Μπορλέρου κάπου στα 1700 μέτρα.
Η τελευταία 300μετρη υψομετρική. Παίρνουμε την τελική ράχη, η οποία είναι καλά πατημένη μετά και την τελευταία επίσκεψη του ΕΟΣ Αθηνών με συμμετοχή 70 πεζοπόρων με αρχηγό τον Γιώργο Σιδηρά την προηγούμενη βδομάδα. Στα τελευταία μέτρα τα χόρτα παραμένουν παγωμένα και απαιτούν κάποια προσεκτικά βήματα.

Κορυφή, απεριόριστη θέα παντού, Τζουμέρκα, Κακαρδίτσα, Καιμακτσαλάν, Πιέρια Όλυμπος, Κίσσαβος, Πήλιο, Όθρυς, Γκιώνα, Βαρδούσια, Βελούχι και όχι δεν είναι δυνατόν φαίνεται και η Κνημίδα.

Άραγμα για αρκετή ώρα, κολατσιό, και επιστροφή από τα ίδια. Η ιδέα μας να ακολουθήσουμε τα φρεσκοβαμμένα σημάδια (του ΕΟΣΚ) αμέσως μετά τον Ελατάκο μας χάρισε σίγουρα ωραίες εικόνες τραβερσάροντας μες στο δάσος, αλλά ουσιαστικά δε μας βοήθησε αφού στο σημείο που υπάρχει ξύλινο στυλιάρι δεν πήραμε την κατηφόρα αλλά συνεχίσαμε ευθεία, με αποτέλεσμα να χάσουμε ένα 20λεπτο βγαίνοντας πάλι στο χωματόδρομο.

Επιστροφή στα αυτοκίνητα, σύντομη βόλτα μέχρι το παρατηρήτηριο με την απίστευτη θέα στη λίμνη και πορεία για το Ανθηρό προς έρευση στέγης. Οι γνώμες διίστανται, αποφασίζουμε να τιμήσουμε κάτι ζεστό στο καφενείο του χωριού και όλα ήρθαν με την ώρα τους. Άρχισαν οι ιστορίες από τον ντόπιο δάσκαλο για την ονομασία των γύρω κορυφών, για τη διχογνωμία μεταξύ των ορειβατών για την ακριβή θέση της κορυφής Φλυτζάνι, η ιστορία για τα 5 αδέρφια, άρχισαν να έρχονται και τα φαγητά, συμπληρώναμε με τις δικές μας προμήθεις, να σου και τα τραγούδια, τα ανέκδοτα, ο ιδιοκτήτης του καφενείου προθυμοποιήθηκε να φιλοξενήσει τις γυναίκες της παρέας στο σπίτι του, οι υπόλοιποι στήσαμε στην κεντρική πλατεία.

Ο στόχος της Κυριακής άλλαξε αρκετές φορές και μετά από παραινέσεις- πληροφορίες των ντόπιων προτιμήθηκε η προσέγγιση του διάσελου Πλάκας – Πέντε Πύργων, παρά η ανάβαση στους Πέντε Πύργους σύμφωνα με το χάρτη της Ανάβασης.

Αναχώρηση για το Δασικό χωριό αρκετά αργά αφού έπρεπε να στεγνώσουμε τις σκηνές από την υγρασία, και πορεία στον χωματόδρομο για ούτε λίγο, ούτε πολύ 2 ώρες. Στάση σε χαρακτηριστικό ξέφωτο, και στη συνέχεια βρίσκουμε την πηγή – ποτίστρα και την αρχή του μονοπατιού για τη χούνη που βγάζει στην κορυφή Φλυτζάνι (για τους ντόπιους) και στη συνέχεια με πορεία δυτική για τους Πέντε Πύργους.

Εμείς θα συνεχίσουμε για ακόμα ένα μισάωρο μέχρι το σημείο που τελειώνει ο δρόμος. Το θέαμα των Πέντε Πύργων εκπληκτκό. Θυμίζει αρτοτινά λιβάδια με τις Σούφλες. Παίρνουμε το μονοπάτι και από σάρες θα κινηθούμε προς το διασελο Πέντε Πύργων – Πλάκας. Σιγά – σιγά κάποιοι μένουν πίσω, οι υπόλοιποι θα συνεχίσουν μέχρι έναν ώμο ακριβώς κάτω από το επιβλητικό συγκρότημα των 5 Πύργων και μόνο ο Μάκης θα συνεχίσει μέχρι το διάσελο και στη συνέχεια μέχρι την πρώτη κορυφή της Πλάκας (την πιο ανατολική).

Οι υπόλοιποι θα λιαζόμαστε για αρκετή ώρα, χαζεύοντας απέναντι τη Νιάλα, τον Καταραχιά, τη Σβώνη, το Πουλί, το Παπαδημήτρη, την κόψη των Πετραλώνων. Δεν υπάρχει χρόνος για παραπάνω πράγματα, πλέον με την νέα ώρα νυχτώνει στις 6 και έχουμε και το ταξίδι της επιστροφής. Δίνουμε υπόσχεση ότι θα επιστρέψουμε, βγάζουμε αναμνηστικές φωτογραφίες, καφεδάκι στο Ανθηρό και ένα γρήγορο δείπνο στον πάντα φιλόξενο Αγ. Κωνσταντίνο.

Τελικά, όσες φορές και να επισκεφτεί κανείς τα Άγραφα, πάντα θα ανακαλύψει και κάτι καινούργιο.

Και όσο στο καφενείο του Ανθηρού θα υπάρχει η φωτογραφία – αφιέρωση του Παύλου Ευαγγελίδη του ΦΟΠ για την κορυφή Πλάκα, θα ξέρουμε ότι δεν αναφέρεται στην κορυφή Φλυτζάνι του χάρτη της Ανάβασης.

Στα καθαρά στοιχεία της διαδρομής, η προσέγγιση των Πέντε Πύργων γίνεται είτε μέσω Ανθηρού ή μέσω του Δασικού χωριού Δρυάδες. Κινείται επί το πλείστον σε δασικό δρόμο, ο οποίος μπορεί να παρακαμφθεί κάποιες φορές ενώ υπάρχει ένα μοναδικό σημείο ανεφοδιασμού νερού. Από την πλευρά που προσεγγίσαμε το βουνό δεν ήταν ξεκαθαρο ποιες από τις κορυφές των Πέντε Πύργων είναι προσβάσιμες πεζοπορικά. Από τη χούνη (μονοπάτι αποτυπωμένο στο χάρτη της Ανάβασης) δεν υπάρχει κάποια αντικειμενική δυσκολία εκτός των τελευταίων μέτρων που θέλουν κάποια προσοχή.

Για το Μπορλέρο, η εκκίνηση γίνεται από τα Ζυγογιαννέικα ή από τη διασταύρωση προς το Παρατηρητήριο (εναλλακτικά σημεία εκκίνησης το διάσελο του Αγ. Νικολάου από τα Δυτικά ή ο οικισμός Έλατος από τα Βόρεια), κόβει τον δρόμο σε λίγες φουρκέτες για να βγει στον Ελατάκο, (καταφύγιο ανάγκης για 7-8 άτομα), συνεχίζει ανηφορικά στο δάσος μέχρι χαρακτηριστικό άνοιγμα με ποτίστρα, αλλάζει κατεύθυνση για να βγει σε γυμνό, και τραβερσαροντας την Πετσαλούδα από αριστερά βγαίνει στις περίφημες Πόρτες των Αγράφων (βράχινο πέρασμα). Απο κει κατηφορίζει μέσα σε δάσος για να βρει τελικά το χωματόδρομο στα 1700 μέτρα που συνεχίζει για Νιάλα.

Η τελική ράχη των 300 μέτρων έχει κάποια κλίση αλλά η θέα από την κορυφή είναι απολαυστική. Ωρες πορείας για την ανάβαση (περίπου 4, με στάσεις).

Ευχαριστώ πολύ τον αρχηγό - γίδι Γκώστα για τα οργανωτικά και φυσικά όλους τους συμμετέχοντες.

Σάββατο 6 Νοεμβρίου 2010

Φθινόπωρο στα Βαρδούσια

Στην ολιγοήμερη μου επιστροφή στην Ελλάδα, επισκέφτηκα τα μήτρια χώματα. Αυτή τη φορά, δεν ήθελα να ανέβω ψηλά προς τις άγριες βουνοκορφές των λατρεμένων μου Βααρδουσίων, αλλά να κατηφορίσω τα μονοπάτια προς το ποτάμι και να περπατήσω εκεί που πέρασα πολλά από τα παιδικά μου χρόνια (καλοκαίρια).

Η γιαγιά ήταν χαρούμενη γιατί έριξαν τσιμέντο στο δρόμο που οδηγεί στο σπίτι μας. Εμένα πάλι με έπιασε θλίψη μπροστά σε αυτή την τσιμεντοποίηση όλων των γραφικών μονοπατιών που συνδέουν το χωριό. Ευκολία θα σου πουν οι μεν, να μπορούν τα αυτοκίνητα να έρθουν ένα μέτρο από το κάθε σπίτι, να αφήσουν τους αγχωμένους και καταπιεσμένους Αθηναίους να απολάυσουν ένα ήρεμο ΣΚ στο χωριό, χωρίς να κάνουν βήμα και να καλοπεράσουν καταβροχθίζοντας όσα περισσότερα παϊδάκια μπορούν.

Πήρα το δρόμο προς το χωράφι που έχουμε στον Αγιο Αθανάσιο, νέοι χωματόδρομοι, νέα σπίτια, κάποια κακόγουστα, το μονοπάτι συνεχίζει,

αλλά θέλει καθάρισμα, πολλά βάτα, και κατεβαίνει στο ποτάμι. Που να σκεφτεί κάποιος να φτιάξει κανά γεφυράκι να περνάει απέναντι ή κάποιο παγκάκι. Προτεραιότητα στην τσιμεντοποίηση του χωριού. Γυρίζω πίσω από τα ίδια για να περάσω από την απέναντι όχθη του ρέματος (το γνωστό Σκατόρεμα) ακολουθώ τον χωματόδρομο που βγαίνει μέχρι τη γέφυρα του Νταού, βρίσκω ένα παλαιό πέτρινο εικονοστάσι, η μνήμη δε λαθεύει. 3 μέτρα κάτω από το δρόμο πέρναγε το μονοπάτι που οδηγεί στα Παλιοχώρια. Προς έκπληξη μου, υπάρχει ακόμα, αν και ο δρόμος σε κάποιες φουρκέτες το έχει καταστρέψει.

Ο καιρός κλειστός, αλλά τα φθινοπωρινά χρώματα υπέροχα. Δε θέλω να γυρίσω ακόμα σπίτι που με περιμένει η γιαγιά για φαγητό, θα πάρω ένα

άλλο δρόμο για να με βγάλει στην πλαγιά απέναντι από το σπίτι μας, όπου 20+ χρόνια πριν παίζαμε πόλεμο στις σάρες ανάμεσα στα έλατα και θυμάμαι τον εαυτό μου να φοβάται να περπατήσει σε αυτό το πεδίο. Σε λίγο βρίσκω το παλιό αυλάκι που χρησιμοποιούσαν οι χωριανοί για το πότισμα το καλοκαίρι. Θυμάμαι τη γιαγιά μου να έχει άγχος για να προλάβει να «γυρίσει» το νερό, πόσοι τσακωμοί και παρεξηγήσεις για το ποιος θα ποτίσει πρώτος. Τώρα πια έχει μουχλιάσει αλλά το μονοπάτι δίπλα σε αυτό υπάρχει ακόμη. Το ακολουθώ και θα με οδηγήσει στο μέρος που παίζαμε ποδόσφαιρο πιτσιρικάδες. Στη Τσελιανη.

Τώρα πια συρματοπλεγμένη, απόρησα πως μπορούσαμε και παίζαμε σε ένα τόσο μικρό χώρο με κλίση και με ένα μικρό γκρεμό δίπλα. Δίπλα στην αλάνα και μέσα στο δάσος, τα υπολείμματα ενός ξύλινου σπιτιού πάνω στα δέντρα.

Επιστρέφω σπίτι από το τελευταίο μη τσιμεντοποιήμενο μονοπάτι. Δε είμαι σίγουρος τελικά: Εγώ είμαι ο παράξενος και ο ρομαντικός ή οι γύρω μου έχουν χάσει κάθε έννοιας σεβασμού στο περιβάλλον και στο μέρος που μεγάλωσαν και σκέφτονται μόνο την καλοπέραση τους...